Η ιστορία δεν διέπεται από σιδηρούς νόμους και τίποτα δεν είναι προκαθορισμένο αλλά σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τους ίδιους τους ανθρώπους και τις ενέργειές τους. Στην ορεινή και όμορφη Λεσινίτσα μας η λιγοστή και άγονη γη ανάγκασε τους κατοίκους της να ταξιδέψουν μακριά για να εξασφαλίσουν το βιο τους, ή ακόμα και για μόνιμη εγκατάσταση, κυρίως στην Ελλάδα, στην Αμερική, στην Αίγυπτο, στην Κωνσταντινούπολη και αλλού. Ωστόσο, πολλοί ξενιτεμένοι επέστρεφαν στην πατρίδα και έφερναν μαζί με τα πλούτη που είχαν αποκτήσει με κόπο και σκληρή εργασία, τον πολιτισμό, έφερναν μια άλλη πιο εξελιγμένη νοοτροπία και πρωτίστως την αγάπη για τα γράμματα. Συνετέλεσαν με αυτόν τον τρόπο στην άνοδο του πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου του χωριού που είχε πρωταρχικό ρόλο σε σημαντικά θέματα της ευρύτερης περιοχή της Ηπείρου.
Για να ευημερήσει και να προοδεύσει η Λεσινίτσα, παράλληλα με τις λιγοστές οικονομικές δραστηριότητες που άρχιζαν να ανθίζουν, έπρεπε να ακολουθήσουν το σχολείο τα πολλά παιδιά που γεννιόνταν εκεί ανάμεσα στα πανύψηλα βουνά της. Γι’ αυτό και χρειάζονταν οι εκπαιδευτικοί, οι δάσκαλοι. Διότι οι γονείς τους είχαν καταλάβει ήδη πως είναι η παιδεία αυτή που φέρνει την πρόοδο της κοινωνίας. Η αγάπη για τη μάθηση έκανε πολλούς νέους να συνεχίσουν τη φοίτηση σε παιδαγωγικούς κλάδους. Οι Λεσινιτσιώτες δάσκαλοι είναι γνωστοί σε όλη την ευρύτερη περιοχή.
Αξίζει να αναφέρουμε εδώ μερικά ιστορικά στοιχεία. Στην Ήπειρο, κατά την ύστερη Οθωμανική περίοδο, η ίδρυση, η οργάνωση και η λειτουργία των ελληνικών σχολείων, προήλθε και υποστηρίχθηκε ουσιαστικά και αποκλειστικά από τους ντόπιους. Η τοπική κοινωνία με τους κατοίκους, οι συντοπίτες και οι απόδημοι δωρητές και ευεργέτες, η τοπική εκκλησία και οι παράγοντές της, ίδρυαν σχολεία, ενίσχυσαν την οργάνωση και την λειτουργία τους και εφοδίαζαν με βιβλία τους δασκάλους.
Στη Λεσινίτσα, με τη συμβολή του Πατρο-Κοσμά ιδρύθηκαν το 1779 δύο σχολεία Νάρθηκος, ένα στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην Άνω Λεσινίτσα και ένα στην Κάτω, στο χαγιάτι της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στο Χαλιοπούλι, με πρώτο δάσκαλο τον Χρήστο Πιλιαφά. Πριν την ίδρυση της Κεντρικής Σχολής στην Μονή Γερμανού το 1890, άλλοι γνωστοί διδάσκαλοι ήταν ο παππά-Πάνος Τριαντάφυλλος, ο Κώστας Μικέλης και ο Κώστας Ίσαρης.
Το δασκαλίκι στη Λεσινίτσα, την οποία δικαίως αποκαλούν και δασκαλοχώρι, έγινε ιδιαίτερα προτιμητέο και αγαπητό λειτούργημα το οποίο πολλές φορές «κληρονομήθηκε» από γενιά σε γενιά. Ένα τέτοιο «γένος διδασκάλων» είναι και αυτό των Ισαραίων. Συγκεκριμένα, ο προαναφερθείς Κώστας Ίσαρης υπήρξε από τους πρώτους δάσκαλους στην Άνω Λεσινίτσα. Γεννημένος το 1818, σπουδαγμένος στην Κωνσταντινούπολη, και με την νοσταλγία για την πατρίδα επέστρεψε στο χωριό όπου άνοιξε και λειτούργησε ελληνικό σχολείο. Εργάστηκε στο χωριό από το 1840 μέχρι το 1865. Ως σχολικές αίθουσες χρησιμοποίησε τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, το Μοναστήρι της Υπαπαντής και άλλους βοηθητικούς χώρους της εκκλησίας.
Μία άλλη σημαντική προσωπικότητα από το ίδιο γένος ήταν ο Σπύρος Ίσαρης. Γεννημένος το έτος 1880, σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, διορίστηκε δάσκαλος το 1902 και εργάστηκε κυρίως στα χωριά Βελιάχοβο, Κουλουρίτσα, Βαγκαλιάτι, Γιαννιτσάτι, Κρα, Θεολόγο, Βραχογοραντζή και αλλού. Το 1952 συνταξιοδοτήθηκε. Παράλληλα με τη διδασκαλία υπήρξε και δραστήριο μέλος της εκκλησίας – ήταν διακεκριμένος ψάλτης. Όπως αναφέρει ο Λευτέρης Σ. Κατής, όταν λειτουργούσε ο παπά Βαγγέλης Μαστακούλης με ψάλτες τον Βαγγέλη Παππά και τον Σπύρο Ίσαρη, αχούσε η εκκλησία. Ο Σπύρος Ίσαρης πρωταγωνίστησε επίσης στη σχολική απεργία του 1933 ενάντια στην απόφασή της αλβανικής κυβέρνησης για το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων στη Βόρειο Ήπειρο. Απεβίωσε στο χωριό το 1964.
Ο γιος του Σπύρου Ίσαρη, ο Νίκος Ίσαρης γεννήθηκε το 1919, σπούδασε στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς και στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων. Διορίστηκε ως ελληνοδιδάσκαλος το 1937 και εργάστηκε στα χωριά Μεσοπόταμος, Τσερκοβίτσα, Άνω και Κάτω Λεσινίτσα, Δέλβινο, Βεργό μέχρι το 1949. Από το 1949 μέχρι το 1965 εργάστηκε ως επιθεωρητής παιδείας στη Νομαρχία Αγίων Σαράντα. Στη συνέχεια εργάστηκε ξανά ως ελληνοδιδάσκαλος στα χωριά Λιβαδειά και Τσούκα μέχρι τη συνταξιοδότηση. Παράλληλα με τις σχολικές υποχρεώσεις ήταν και εξαιρετικός ψάλτης, υπηρετώντας στις εκκλησίες των χωριών που ήταν δάσκαλος μέχρι που το κομμουνιστικό καθεστώς της Αλβανίας κατάργησε και απαγόρευσε με νόμο κάθε είδος θρησκευτικών λειτουργιών. Μετά τις πολιτικοκοινωνικές αλλαγές στην Αλβανία το 1990, ως συνταξιούχος βοήθησε πολύ για να ξαναλειτουργήσει η εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους στους Αγίους Σαράντα και ως γνωστής των θρησκευτικών βοήθησε τους νέους ιερείς και ψάλτες με τις δικές του γνώσεις. Απεβίωσε στους Αγίους Σαράντα το 1994. Ο Νίκος Ίσαρης ήταν μια σεβαστή προσωπικότητα και όσοι τον γνώρισαν είχαν να λένε τα καλύτερα γι’ αυτόν.
Ο δεύτερος γιος του Σπύρου Ίσαρη, ο Θωμάς Ίσαρης γεννήθηκε το 1923. Τον Αύγουστο του 1937 ξεκίνησε σχολείο στην Αθήνα το οποίο δεν ολοκλήρωσε λόγω του Β. Παγκοσμίου Πολέμου. Ολοκλήρωσε τις σπουδές στην Παιδαγωγική Σχολή Αργυροκάστρου και τον Οκτώβρη του 1944 διορίστηκε ως ελληνοδιδάσκαλος στο χωριό Μπραϊλάτι. Το 1945 μετατέθηκε στο μονοτάξιο σχολείο με 80 μαθητές στο χωριό Καρόκι, ενώ τα απογεύματα έδινε μαθήματα στο γειτονικό Περδικάρι, ένα χωριό που διαλύθηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς για λόγους «εθνικής ασφάλειας» καθώς βρισκόταν ακριβώς πάνω στο σύνορο και οι κάτοικοί του εκτοπίστηκαν στα βάθη της χώρας. Το 1949 ο Θωμάς Ίσαρης μετατέθηκε στο χωριό Τσερκοβίτσα και στη συνέχεια στο Κακοδίκι, στο Μεσοπόταμο, στη Λειβαδιά, στη Δίβρη και στην Άνω και Κάτω Λεσινίτσα. Τα τελευταία 12 χρόνια της διδασκαλικής του πορείας εργάστηκε στο χωριό Γέρμα από όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Οι γνώσεις του και η άψογη συμπεριφορά του δάσκαλου αυτού προς τους συνανθρώπους τον έκαναν να αποκτήσει το σεβασμό και την αγάπη όλων των συγχωριανών και των γνωστών του. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 25-06-2018.
Το Ισαράτικο σπίτι είναι από τα πρώτα δασκαλόσπιτα που συνέχιζε να βγάζει δασκάλους ακόμα και μέχρι τις μέρες μας. Ο Κώστας, ο Σπύρος, ο Νίκος και ο Θωμάς Ίσαρης είναι ολίγοι από τους πολλούς και σημαντικούς Λεσινιτσιώτες εκπαιδευτικούς (για τους οποίους θα αναφερθούμε εκτενώς σε άλλα άρθρα μας) που πράγματι τίμησαν και προσέφεραν στο χωριό, κυρίως κατά την περίοδο που ο ελληνισμός και τα ελληνικά γράμματα στη Βόρειο Ήπειρο βρέθηκαν υπό διωγμό.
Λευτέρης Πάσχος
Ευδοξία Κυριαζή
Πηγές-Παραπομπές
- Αθηνά Αντ. Κολτσίδα. (2008). Η εκπαίδευση στην Βόρεια Ήπειρο κατά την ύστερη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Θεσσαλονίκη: Χ.Ε.
- Προσωπικό αρχείο Λευτέρη Πάσχου